- ἀνοιγείς
- ἀνοίγνυμιopenaor part pass masc nom/voc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀνοίγεις — ἀνοίγνυμι open pres ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
отъвьрзати — ОТЪВЬРЗА|ТИ (47), Ю, ѤТЬ гл. 1.Открывать, отворять: затвореномъ сѹщемъ воротомъ и ѿтолѣ нѣсмь ихъ ѿврьзалъ. ЖФП XII, 45б; двьри ѿвьрзаѥть. ПрЛ 1282, 6г; а иже входѧи дверми. пастырь есть ѡвьцамь. и сему дверникъ ре(ч) ѿверзаеть. и ѡвьца гла(с)… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
ξεθυμαίνω — (Μ ξεθυμαίνω) νεοελλ. 1. (για αιθέρια έλαια) μεταβάλλομαι σε αέριο, εξατμίζομαι («μην ανοίγεις τα αρώματα γιατί θα ξεθυμάνουν») 2. (για υγρά ή στερεά τα οποία περιέχουν πτητικές ουσίες) αποβάλλω, χάνω τις ουσίες μου με εξάτμιση, χάνω τη σπιρτάδα… … Dictionary of Greek
διαπασών — η ή το άκλ. (μουσ.) 1. μικρή μουσική σφυρίχτρα που παράγει το φθόγγο λα. 2. ο ανώτατος, ο οξύτατος τόνος ήχου: Μην ανοίγεις την τηλεόραση στη διαπασών … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
κακοπόδαρος — η, ο αυτός που έχει κακό ποδαρικό, γρουσούζης: Μην ανοίγεις το πρωί την πόρτα σ αυτόν τον κακοπόδαρο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)